καλησπέρα

καλησπέρα
επιφ. добрый вечер!

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "καλησπέρα" в других словарях:

  • καλησπέρα — 1. επιφών. χαιρετισμού κατά τις βραδινές ώρες 2. ως ουσ. η καλησπέρα ο χαιρετισμός με την ευχή «καλησπέρα». [ΕΤΥΜΟΛ. «Σύνθ. εκ συναρπαγής» από τη φρ. καλήν εσπέραν] …   Dictionary of Greek

  • καλησπέρα — επιφ. χαιρετισμού σε απογευματινή (εσπερινή) συνάντηση: Καλησπέρα σας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • καλησπερίζω — (Μ καλησπερίζω [καλησπέρα] χαιρετώ κάποιον ευχόμενος «καλησπέρα» …   Dictionary of Greek

  • καλησπερούδια — επιφών. χαιρετισμού κατά τις βραδινές συναντήσεις που δηλώνει τρυφερότητα και οικειότητα, αντί τού «καλησπέρα». [ΕΤΥΜΟΛ. Υποκορ. τού καλησπέρα* σχηματισμένο με την υποκορ. κατάλ. ούδια, πληθ. τής κατάλ. ούδι (πρβλ. μαθητ ούδι, τρυφερ ούδι)] …   Dictionary of Greek

  • Modern Greek — (Νέα) Eλληνικά (Nea) Elliniká Spoken in   …   Wikipedia

  • καλησπέρισμα — το [καλησπερίζω] ο χαιρετισμός με την ευχή «καλησπέρα» …   Dictionary of Greek

  • τουρκιά — Χώρα της εγγύς Ανατολής. Το ευρωπαϊκό τμήμα της συνορεύει με την Ελλάδα και τη Βουλγαρία και βρέχεται από το Αιγαίο Πέλαγος, τον Εύξεινο Πόντο και την Προποντίδα. Το ασιατικό τμήμα της συνορεύει με την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, τη Γεωργία, το… …   Dictionary of Greek

  • καλησπέρισμα — το χαιρετισμός κατά τις απογευματινές (εσπερινές) συναντήσεις λέγοντας σε κάποιον καλησπέρα: Δε μ αρέσουν τα συχνά καλησπερίσματα αυτού του νεαρού …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • καλησπερίζω — καλησπέρισα, καλησπερίστηκα, καλησπερισμένος, χαιρετώ κάποιον λέγοντάς του καλησπέρα: Με καλησπέρισε βιαστικά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»